Για την ανασυγκρότηση του συνδικαλιστικού κινήματος, του Γ. Διαμάντη
Τα τελευταία χρόνια αντιμετωπίζουμε την ολομέτωπη επίθεση του κεφαλαίου και των κυβερνήσεών του ενάντια στο σύνολο των εργατικών κατακτήσεων. Αυτή η επίθεση που έχει συντρίψει το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης έχει νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά, δεν αφορά μόνο τη χώρα μας και δεν πρόκειται να σταματήσει. Η παρακμή, η αποσύνθεση και η βαθιά δομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος το οδηγούν αναπόφευκτα στην ανάγκη μιας συνεχούς διεύρυνσης της φτώχειας, της ανεργίας και της εξαθλίωσης για όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού.
Μόνος τρόπος να αποκρουστεί η άγρια κεφαλαιοκρατική επίθεση είναι οι κινητοποιήσεις των εργαζομένων και οι εντατικοί ταξικοί αγώνες που για να είναι νικηφόροι πρέπει να είναι μαζικοί ενωτικοί και καλύτερα οργανωμένοι. Αυτό ισχύει ακόμα περισσότερο για την Ελλάδα , καθώς όλα δείχνουν ότι η ντόπια αστική τάξη ετοιμάζεται για τη ρεβάνς απέναντι στα λαϊκά στρώματα που την οδήγησαν σε αλλεπάλληλες εκλογικές ήττες με αποκορύφωμα το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του περασμένου Ιούλη. Η πλήρης αφομοίωση και η απόλυτη προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ δεν τους αρκεί. Είναι το εργατικό κίνημα που πρέπει να συντρίψουν καθώς για πρώτη φορά εδώ και τουλάχιστον μισό αιώνα αμφισβητήθηκε τόσο έντονα η ταξική τους κυριαρχία.
Ωστόσο παρά την αγωνιστική διάθεση που έδειξαν οι λαϊκές μάζες σε διάφορα σημεία καμπής του κινήματος (Μάης 2010 ,Ιούνης2011,Οκτώβρης 2011 ,Φλεβάρης 2012 κλπ.) η συνολική εμπειρία είναι μάλλον αρνητική και δείχνει με αποκαλυπτικό τρόπο τις καταστροφικές συνέπειες που έχει για το κίνημα η κατάσταση διάλυσης που επικρατεί στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Η κυριαρχία της γραφειοκρατίας σε όλες τις βαθμίδες τους και ο εξοβελισμός κάθε μορφής εργατικής δημοκρατίας από τη λειτουργία τους, αποθαρρύνουν τη συμμετοχή των εργαζόμενων σ’αυτές και προωθούν την αποστράτευση την απογοήτευση και την απάθεια. Η κατάσταση αυτή μάλιστα , εμφανίζεται ακόμα και σε σωματεία που ενώ στα λόγια αρνούνται κάθε σχέση με τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία , στην καθημερινή πρακτική τους λειτουργία υιοθετούν τα στερεότυπα που αυτή έχει διαμορφώσει και τα διαιωνίζουν. Αυτή η πραγματικότητα που μας οδηγεί από ήττα σε ήττα, δείχνει πόσο αναγκαία και επείγουσα είναι η ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος το οποίο πρέπει γρήγορα να υπερβεί την πολυδιάσπαση, την ανοργανωσιά και την ηττοπάθεια. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την Ελλάδα, αφού τον Σεπτέμβρη η κυβέρνηση θα ανοίξει κατ’ εντολή των δανειστών το θέμα των εργασιακών, με στόχο την προώθηση πλήθους αντιδραστικών ρυθμίσεων που αποσκοπούν στην πλήρη διάλυση του εργατικού κινήματος. Δεν πρέπει να αιφνιδιαστούμε για μια ακόμη φορά.
Οι προτάσεις που ακολουθούν δεν είναι παρά ένα πρόχειρο σχεδιάγραμμα κάποιων τεχνικών αυτοοργάνωσης της τάξης και δεν αποσκοπούν παρά στην έναρξη ενός διαλόγου για την αναζωογόνηση και την αλλαγή της πορείας του εργατικού κινήματος, το οποίο με τον τρόπο που λειτουργεί δεν ανταποκρίνεται σε ανάγκες ακόμα και της προ κρίσης εποχής. Με αυτή την έννοια δεν διεκδικούν το αλάθητο : πολλά μπορούν να προστεθούν, να αφαιρεθούν, ή να τροποποιηθούν. Όμως η γενική κατεύθυνση πρέπει νομίζω να είναι η εξής:Σε μια εποχή σκληρής ταξικής σύγκρουσης όπου ο αντίπαλος είναι μπλεγμένος σε μια κρίση ιστορικών διαστάσεων από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει, αυτό που μας λείπει είναι η συγκρότηση του υποκειμενικού παράγοντα για την οποία πρέπει να γίνει κάθε δυνατή προσπάθεια. Επιτακτική ανάγκη είναι να μπουν σε κίνηση η εργατική τάξη και όλα τα εκμεταλλευόμενα στρώματα. Αν αυτό δεν επιτευχθεί η ήττα είναι βέβαιη.
Όταν λοιπόν οι παλιές τεχνικές δε λειτουργούν πρέπει να έχουμε την τόλμη να δοκιμάσουμε νέες. Σε αυτή την κατεύθυνση προτείνω τα εξής:
1) Όλη η εξουσία να περάσει στη βάση μέσω των απεργιακών επιτροπών. Αφού γίνει προσπάθεια συντονισμού όλων των πρωτοβάθμιων συλλόγων που είναι διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε ένα πρόγραμμα πραγματικής ρήξης μπορούμε να προχωρήσουμε ακόμα και σε πρόταση για έκτακτο συνέδριο. Σε κάθε περίπτωση κάνουμε σαφές ότι είμαστε έτοιμοι και αποφασισμένοι να προχωρήσουμε ως το τέλος προς την κατεύθυνση της απαλλαγής από μια ενδοτική συνδικαλιστική γραφειοκρατία που μας οδηγεί εδώ και χρόνια από ήττα σε ήττα με το μόνιμο επιχείρημα ότι «δεν τραβάει ο κόσμος». Κηρύσσουμε δική μας απεργία και ας βγει παράνομη και καταχρηστική. Εννοείται ότι για να πετύχει αυτή η τακτική και κυρίως για να νομιμοποιηθεί στα μάτια των εργαζόμενων, έχει ως απαραίτητο όρο τη μαζικότητα και το δημοκρατικό τρόπο λήψης των αποφάσεων. Αλλιώς θα έχει πραξικοπηματικό και διασπαστικό χαρακτήρα και θα είναι επιζήμια. Στόχος μας δεν είναι να διαλύσουμε τα συνδικάτα αλλά να τα ενισχύσουμε ενισχύοντας τη μαχητικότητα και τον ταξικό τους χαρακτήρα.
2) Οι απεργιακές επιτροπές εκτός από τα πρακτικά ζητήματα (πανό, ντουντούκες, αφίσες, επισκέψεις σε σχολεία κλπ) να αναλάβουν και την πολιτική διεύθυνση των αγώνων ειδικά σε περιπτώσεις απεργιών. Γι' αυτό πρέπει να είναι εκλεγμένες από τις Γ.Σ. των συλλόγων και ανακλητές τόσο ατομικά όσο και συλλογικά. Επίσης πρέπει να πλαισιωθούν από αντιπροσώπους των γονέων και κηδεμόνων και άλλων κλάδων του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα οι οποίοι μπορούν να φανούν χρήσιμοι στην περιφρούρηση των απεργιών. Ακόμα οι απεργιακές επιτροπές να έχουν τη διαχείριση των απεργιακών ταμείων που πρέπει να γίνει κάθε προσπάθεια να ενισχυθούν. Τέλος, οι απεργιακές επιτροπές οφείλουν να δημιουργήσουν μέσω των Γ.Σ. σχέδιο άμυνας σε ενδεχόμενη απόφαση επιστράτευσης.
3) Κάθε κινητοποίηση να ανοιχτεί στην κοινωνία. Κάνουμε κάθε προσπάθεια για πανεκπαιδευτικό και διακλαδικό συντονισμό και απευθύνουμε πρόταση συμπόρευσης σε συνδικάτα του ιδιωτικού τομέα, επιτροπές ανέργων, μέλη λαϊκών συνελεύσεων, κινήσεις πολιτών, πρωτοβουλίες για θέματα οικολογικού ενδιαφέροντος, αντιφασιστικές κινήσεις, νεολαιίστικες και γυναικείες οργανώσεις, συλλόγους γονέων, φοιτητικές παρατάξεις, κόμματα και κομματικές νεολαίες, οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και μέλη του αντιεξουσιαστικού χώρου. Οργανώνουμε συντονιστικά βάσης με στόχους: α) τη διοργάνωση γενικής πολιτικής απεργίας διαρκείας, β) την οργανωμένη άρνηση πληρωμής των αντισυνταγματικών χαρατσιών, γ) τη σύνδεση των αιτημάτων μας με ένα μεταβατικό πρόγραμμα απεμπλοκής της χώρας από τη διεθνή επιτήρηση.
4) Να προχωρήσουμε σε εντατική εκστρατεία ενημέρωσης τόσο των συναδέλφων όσο και της κοινωνίας με την παράθεση έγκυρων επιστημονικών στοιχείων για τα οικονομικά και λειτουργικά προβλήματα του κλάδου. Πόσες ώρες δουλεύουμε και σε τι συνθήκες, τι περικοπές μισθών έχουμε υποστεί, ποια ήταν η πορεία των απολαβών μας και την τελευταία προ κρίσης 10ετία, ποια είναι η σύγκριση των ελληνικών μισθών και ωραρίων με τα ισχύοντα στις χώρες του ΟΟΣΑ, της ΕΕ και της ευρωζώνης, τι συμβαίνει με το πάγωμα των προσλήψεων, τις απολύσεις, τις μετατάξεις και τις υπεραριθμίες και τι επίπτωση έχουν στην ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα μέτρα υποβάθμισης της παιδείας όπως το κλείσιμο και οι συγχωνεύσεις σχολείων, η αύξηση του αριθμού μαθητών ανά τμήμα, οι ελλείψεις υποδομών, εποπτικών μέσων κλπ. Ενημερώνουμε τους συναδέλφους, ειδικά τους νεότερους για την εργασιακή κόλαση που τους περιμένει ακόμα κι αν δεν απολυθούν: μικρότεροι μισθοί και συντάξεις, περισσότερα χρόνια υπηρεσίας, μεγαλύτερο ωράριο, περισσότερα παιδιά στην τάξη, διαρκής μετακίνηση από σχολείο σε σχολείο, διαρκής φόβος μετάθεσης κιντικότητας ή απόλυσης, υπαγωγή σε πλήθος καταπιεστικών μηχανισμών μέσα και έξω από τον κλάδο (διευθυντές, σχολικοί σύμβουλοι, προϊστάμενοι, περιφερειάρχες, πολιτική ηγεσία, ΜΜΕ κλπ.
5) Να δημιουργήσουμε γραφείο τύπου και να χρησιμοποιήσουμε φιλικά σάιτ για την προπαγάνδιση των θέσεών μας. Να κυκλοφορήσουμε γράμματα προς γονείς και συναδέλφους τα οποία να γίνεται προσπάθεια να δημοσιευτούν σε έντυπα μεγάλης κυκλοφορίας έστω και ως πληρωμένες καταχωρήσεις και να δημιουργήσουμε κλιμάκια σε κάθε γειτονιά που να συνεργάζονται με τοπικές συλλογικότητες.
6) Να δημιουργήσουμε ένα κεντρικό συντονιστικό όργανο των επιτροπών αγώνα / απεργιακών επιτροπών, επίσης με αιρετούς και ανακλητούς αντιπροσώπους με σκοπό την υλοποίηση των αποφάσεων της βάσης και όχι την αυτονόμηση απ' αυτήν. Να φτιάξουμε κέντρο αγώνα σε κάθε περιοχή.
7) Να κάνουμε σαφές ότι σκοπός μας δεν είναι η διάλυση των τριτοβάθμιων συνδικάτων αλλά η διάσωσή τους στη συνείδηση της βάσης μέσω της αναβάθμισής τους. Δεν βάζουμε ζήτημα αντι-ΓΣΕΕ ή αντι-ΑΔΕΔΥ. Παλεύουμε για την ενότητα της τάξης και την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων στα συνδικαλιστικά της όργανα, γιατί οι τωρινές ηγεσίες ούτε θέλουν ούτε μπορούν να υπερασπίσουν τα συμφέροντά της.
8) Να έχουμε ξεκάθαρο πολιτικό σχέδιο σε κάθε αγώνα. Τι θέλουμε, πώς θα το πετύχουμε μαζί με ποιούς. Μόνο έτσι θα συσπειρώσουμε γύρω μας το πιο μαχητικό και συνειδητοποιημένο τμήμα της κοινωνίας που θα δει την υπόθεσή μας σαν δική του υπόθεση. Να κάνουμε οικονομία δυνάμεων και να αποφεύγουμε τις σίγουρες ήττες (π.χ. στάσεις εργασίας, που ειδικά στην πρωτοβάθμια είναι για πολλούς λόγους προβληματικές).
9) Να κάνουμε κάθε προσπάθεια διεθνοποίησης των αγώνων μας και διεθνούς προπαγάνδισης των αιτημάτων μας.
10) Εφόσον η πείρα των τελευταίων 6 χρόνων έδειξε ότι ο αγώνας είναι πολιτικός και ότι δεν υπάρχει χώρος για ικανοποίηση στενών κλαδικών αιτημάτων χωρίς την κατάργηση των μνημονίων και την ανατροπή των κυβερνήσεων που τα εφαρμόζουν, θέτουμε και τα κόμματα και τις οργανώσεις της αριστεράς προ των ευθυνών τους. Σπάμε το ταμπού της αποσύνδεσης των συνδικαλιστικών οργανώσεων από την κεντρική πολιτική σκηνή. Καλούμε τα κόμματα να βάλουν τις δυνάμεις τους στην υπηρεσία των επιτροπών αγώνα όχι για να τις καπελώσουν, αλλά για να τις βοηθήσουν με την πείρα τη μαζικότητα και την οργανωτική τους υποδομή, με τις ίδιες τις επιτροπές να αποφασίζουν τον τρόπο και το βαθμό εμπλοκής τους. Αν δεν το κάνουν να εξηγήσουν όχι σ' εμάς, αλλά στην ίδια την εργατική τάξη το γιατί. Έτσι θα χτιστεί στην πράξη η ενότητα της τάξης της αριστεράς και του κινήματος και θα δημιουργηθεί μια πρωτοπορία με συνείδηση του εαυτού της και των ευθυνών της, μεγαλύτερη απ' τις οποίες είναι ακριβώς να κάνει τον κόσμο «να τραβήξει».
Γιώργος Διαμάντης
Ιούνιος 2016